Οι «ασπρόμαυροι» φτάνουν στην πηγή αλλά… νερό δεν πίνουν με φορ χωρίς dna σκόρερ.
Η αυλαία της κανονικής διάρκειας του πρωταθλήματος της Super League Interwetten ανέδειξε τον ΠΑΟΚ με την καλύτερη επίθεση, έχοντας συνολικά 50 τέρματα έναντι 47 του δεύτερου Ολυμπιακού, ενώ εκτός του συγκεκριμένου στατιστικού κατέκτησε πανηγυρικά και την πρώτη θέση στο ατομικό, με τον Γιάσμιν Κούρτιτς (αν και χαφ) να φιγουράρει στην κορυφή των σκόρερ με 15 τέρματα.
Ερωτηματικά, ωστόσο, εγείρει η συνεισφορά των σέντερ φορ του στο σκοράρισμα σε επίπεδο πρωταθλητισμού, με το «φαινόμενο» των τριών διαδοχικών αγώνων δίχως τέρμα, σε συνδυασμό με τις τελικές ενέργειες που σπαταλήθηκαν για την επίτευξή του να εκδηλώνουν τόσο μία εμφανή παθογένεια στη δεινότητα εκτέλεσης, όσο και την απουσία του ίδιου του παίκτη που πρόκειται να τραβήξει το κουπί σκοραρίσματος.
Ο καλοκαιρινός σχεδιασμός πήγε στράφι
Η φετινή αγωνιστική χρονιά ξεκίνησε με σαφέστατη ιεραρχία ως προς τους ρόλους που αναμενόταν να είχε ο καθένας κατά τη διάρκεια της σεζόν, με το σοβαρό τραυματισμό που υπέστη ο Νέλσον Ολιβέιρα στο γόνατο, υπό την παράλληλη πίεση της ολοκλήρωσης της μεταγραφικής περιόδου να επαναφέρει ανακατατάξεις και προσθήκες στο ρόστερ με ένεση… ποιότητας και γνωριμίας.
Ο σχεδιασμός πήγε… στράφι, με τον παίκτη που απαίτησε εξαρχής ο Ραζβάν Λουτσέσκου να τίθεται εκτός για ένα εύλογο χρονικό διάστημα, ενώ συνάμα το επιθετικό πλάνο που προοριζόταν να λειτουργήσει με βασικό φορ τον Πορτογάλο, προδόθηκε, κι ως εκ τούτου ήταν επιτακτικής ανάγκης η γρήγορη αλλά ταυτόχρονα επάξια αντικατάστασή του.
Εγκλωβισμένος στην πατρίδα του και τη Μιντλέσμπρο, άρον-άρον ο Τσούμπα Άκπομ επανεντάχθηκε στην καθημερινότητα της ομάδας, δεχόμενος την πρόταση του Δικεφάλου έστω και με μορφή δανεισμού.
Έτσι, οι «ασπρόμαυροι» μετά την έκτακτη προσθήκη του Νιγηριανού, πορεύτηκαν επιθετικά τόσο με τον Κάρολ Σφιντέρσκι (μέχρι τον Ιανουάριο), όσο και με τον Αντόνιο Τσόλακ (από τον Ιανουάριο κι έπειτα), ενώ στο ελάχιστο χρησιμοποιήθηκε κι ο Γιώργος Κούτσιας.
Ψάχνοντας έναν «εκτελεστή» στον γρίφο της επίθεσης
Η πεμπτουσία του ποδοσφαίρου είναι το γκολ. Μάλιστα, σκοράροντας όλο και περισσότερο, αυξάνονται οι πιθανότητες νίκης, ενώ σε διαφορετική περίπτωση με συμπτώματα δυστοκίας, μειώνονται κατακόρυφα και μένουν μόνο οι καλές ή κακές εμφανίσεις.
Η κοινή συνισταμένη των συλλόγων, η εύρεση ποδοσφαιριστών ικανών να μετατρέψουν είτε όντας σε εξάρτηση από τους συμπαίκτες του, είτε δημιουργώντας από μόνοι τους, φάσεις για το ζητούμενο. Το γκολ.
Οι αριθμοί των καταγεγραμμένων τερμάτων του Δικεφάλου φέτος δεν αφορούν τόσο το τι έκανε ο πρώτος σκόρερ, Γιάσμιν Κούρτιτς με 18 γκολ συμπεριλαμβανομένων όλων των φετινών εμπλεκόμενων διοργανώσεων, αλλά τι έκανε το υπόλοιπο σύνολο και πόσο μάλλον οι επιθετικοί εκπρόσωποι.
Ο Τσούμπα Άκπομ αρχικά σκόραρε σποραδικά, ωστόσο, το Δεκέμβριο ήρθε η έκρηξη τερμάτων, σκοράροντας απέναντι σε ΠΑΣ Γιάννινα, Αστέρα Τρίπολης (δύο) και Λάρισα στο Κύπελλο, με τον ίδιο να σημειώνει οκτώ γκολ φτάνοντας τον αριθμό τερμάτων κατά την παρθενική του παρουσία στους «ασπρόμαυρους».
Στο δεύτερο σκέλος της σεζόν με χρονολογική αφετηρία τον Ιανουάριο έχει καταφέρει να βρει μόνο δύο φορές δίχτυα, αποδεικνύοντας ότι ναι μεν προσφέρει συλλογικά κερδίζοντας μονομαχίες με τα εξαιρετικά αθλητικά του προσόντα εντός χορταριού, αλλά υστερεί στο συνδυαστικό ποδόσφαιρο και συν τοις άλλοις η συγκομιδή των δέκα συνολικά τερμάτων σε 44 εμφανίσεις δεν αποτελεί σταθερή λύση.
Αν αναλογιστούμε δε ότι μετά την αποχώρηση του Κάρολ Σφιντέρσκι δεν υπήρχε ούτε εσωτερικός ανταγωνισμός, ούτε κάποια απειλή της θέσης του, το νούμερο τερμάτων του αντικατοπτρίζει πολλά περισσότερα από έναν αριθμό.
Όσον αφορά τον Πολωνό χαφ, μπορεί να έκανε ότι μπορούσε αλλά δεν ήταν φορ αντίστοιχης κλάσης, πετυχαίνοντας 4 τέρματα σε 29 συμμετοχές, ενώ κατά την παραμονή του στον ΠΑΟΚ λειτουργούσε καλύτερα τόσο προερχόμενος από τον πάγκο, όσο και με ένα δεύτερο επιθετικό στήριγμα δίπλα του.
Άλυτο μυστήριο η περίπτωση του Αντόνιο Τσόλακ, ο οποίος δεν έχει αποβάλλει το άγχος του βάρους της φανέλας, τοποθετώντας τον εαυτό του σε δύσκολη θέση με το ένα γκολ σε 16 συμμετοχές, όντας ανίκανος να καταγράψει προσωρινά αντίστοιχα στατιστικά όπως αυτά στη Μάλμε.
Τέλος, το δείγμα γραφής του Νέλσον Ολιβέιρα αν και μικρό ήταν απόλυτα κατατοπιστικό στις δυνατότητες και στα όσα μπορεί να προσφέρει στο σύνολο, με τον ίδιο να μετράει τέσσερα γκολ σε διπλάσιες συμμετοχές, κάνοντας ξεκάθαρο πως μπορεί να υποστηρίξει κάθε στιλ παιχνιδιού.
Το «φάντασμα» του Πρίγιοβιτς
Κατά γενική ομολογία, ο Αλεξάνταρ Πρίγιοβιτς έβαλε ψηλά τον πήχη απαιτήσεων στις επιδόσεις των μετέπειτα στράικερ, κατά τη διετή παραμονή του στους Θεσσαλονικείς, με την έλευση του τον Ιανουάριο του 2017 να συνοδεύεται με θεαματικά στατιστικά.
Πιο συγκεκριμένα, ο Σέρβος στις συνολικά 86 συμμετοχές του είχε την αναλογία των 55 τερμάτων, ενώ άξιο αναφοράς το γεγονός ότι στην πρώτη μισή του χρονιά πέτυχε δέκα γκολ, αφήνοντας πίσω τόσο τον Ευθύμη Κουλούρη, όσο και τον Στέφανο Αθανασιάδη με έξι και πέντε γκολ αντίστοιχα.
Την αγωνιστική περίοδο 2017-2018 ο 32χρονος φορ εκτοξεύτηκε στα 27 τέρματα, όντας παράλληλα ο πρώτος σκόρερ της Super League με 19 γκολ, τερματίζοντας μπροστά από τον Ανσαριφάρντ του Ολυμπιακού.
Αξίζει να αναφερθεί επίσης ότι την περίοδο του ιστορικού νταμπλ, ο Σέρβος «φονιάς» αν κι αποχώρησε με σταθμό την Αλ Ιτιχάντ, ολοκληρώνοντας τη μισή χρονιά στον ΠΑΟΚ, αποτέλεσε τον πιο αποτελεσματικό φορ με 18 γκολ!
Από το εύκολο γκολ του Πρίγιοβιτς και την αξιοποίηση των παρουσιαζόμενων ευκαιριών που έβρισκε μπροστά του, στο άλλο άκρο για το σύνολο του Ραζβάν Λουτσέσκου, αδυνατώντας να πετύχει αντίστοιχα νούμερα αφού δε μπορεί ούτε τα μισά του Σέρβου να πλησιάσει, μετρώντας ένα γκολ ανά τέσσερις τελικές προσπάθειες (!)
Το μόνο σίγουρο με τις τελευταίες εμφανίσεις και την επιθετική δυστοκία που αναδύεται στην επιφάνεια είναι ότι κατά την καλοκαιρινή περίοδο πρόκειται να παρθούν δύσκολες αποφάσεις αναφορικά με τους φορ, μακριά από συναισθηματισμούς και δεσίματα έτσι ώστε η ομάδα να βρει τα πατήματά της και να καταπολεμήσει τα εν λόγω προβλήματα.
Γιατί ως γνωστόν χωρίς… «γκολτζή» δεν πας πουθενά.