Όλα ξεκίνησαν μέσα από ένα απλό «τι ομάδα είσαι;» κατά την παιδική ηλικία, κι εν τέλει οι καιροί έχουν εξελιχθεί τόσο, που η απάντηση της συγκεκριμένης ερώτησης οδηγεί σε βιοπραξίες και ηθικά ανεπίτρεπτες πράξεις προς τα άτομα που δίνουν μονολεκτικά και πλήρως συνειδητοποιημένα απάντηση χωρίς να υπολογίζουν τις συνέπειες.
Το όνειρο ενός μικρού παιδιού, αφού απαντήσει πρώτα στην παραπάνω ερώτηση, γίνεται πραγματικότητα από τη στιγμή που η εικόνα της τηλεόρασης ενσαρκωθεί με τη μορφή της επίσκεψης στο γήπεδο. Παιδιά, που μέσα σε όλο το χάος που επικρατεί στο γήπεδο από ανθρώπους όλου του κοινωνικού φάσματος, κρατούν αθώα τη σημαία και το κασκόλ που τους έδωσε ο πατέρας τους. Ίσως να είναι ανούσιο το χρώμα του κασκόλ και το γήπεδο στο οποίο βρίσκονται. Έλα όμως που τώρα αυτό αποτελεί κίνητρο για να βάψεις τα χέρια σου με αίμα…
Τα χρόνια πέρασαν κι αυτό το παιδί σιγά σιγά ωρίμασε, πέρασε το στάδιο της εφηβείας, δειλά δειλά ενηλικιώθηκε κι άφησε το χέρι του γονιού του. Μεγάλωσε κι άλλαξαν πολλά. Όχι όμως οι Κυριακές του. Ταξίδευε η ομάδα κι έμπαινε σε ένα πούλμαν, ένα αυτοκίνητο, ένα καράβι για την Ιθάκη του. Κουνούσε τη σημαία και το κασκόλ του κι ομόρφαινε η ομάδα. Δάκρυζε στη κερκίδα κι έκλαιγε η ομάδα. Χτυπούσε με κλοπμ στα πόδια και σακατευόταν η ομάδα. Ήταν όμως εκεί. Από το πρώτο του βάπτισμα στα δακρυγόνα.
Κι αν στο δρόμο της επιστροφής προς το σπίτι σταματούσε ένα αυτοκίνητο και του έλεγε «εσύ μικρέ τι ομάδα είσαι;». Τότε ίσως το χρώμα του κασκόλ να μην ήταν ανούσιο. Να έπαιρνε τη διάσταση της διαφορετικότητας και της διάκρισης. Αρκεί μόνο ένα όνομα για κάποιους, ώστε να εκμεταλλευτούν την οπαδική τους ταυτότητα βρίσκοντας αφορμή το ποδόσφαιρο ή όποιο άλλο άθλημα, να κρατήσουν ένα μαχαίρι και να σε δολοφονήσουν. Πλέον, η κοινωνία αποτελεί καταφύγιο αδίστακτων στοιχείων χρωματίζοντας παράλληλα με το χρώμα του αίματος όλα τα κασκόλ που φοράνε τα παιδιά της. Πλέον, με τις πληγές στο κορμί του παιδιού αιμορραγεί η ομάδα.
Κι αρχίσαμε να μετράμε ονόματα. «Πέταξε» ο Νάσος. Έφυγε μακριά μας ο Ευθύμης κι ο Κώστας. Έσβησε κι ο Άλκης. «Όχι άλλος Νάσος, όχι άλλος Ευθύμης και Κώστας». Ξαφνικά προστίθεται κι ο Άλκης. Άλλο ένα παιδί που από τη μία μπορεί να μην ήταν οπαδός του δικού σου χρώματος, από την άλλη, το δικό του χρώμα αντανακλούσε ότι και το δικό σου για σένα. Τις πορείες στους δρόμους, τα δακρυγόνα, την αγωνία. Αυτό είναι οπαδισμός. Όλα τα άλλα είναι απόρροια μίας κοινωνίας χωρίς μέριμνα και προσανατολισμό. Καθολική παρακμή.
Κάπως έτσι γεμίζουν οι μαύρες σελίδες του αθλητισμού. Και κάπως έτσι οι κερκίδες γεμίζουν …αδειάζοντας. Ήττα για την πόλη. Ήττα για την παιδεία. Ήττα για τις ηθικές αξίες. Ήττα για όλους μας. Μεγαλύτερη ήττα, αυτή που ένα παιδί δεν θα κυκλοφορήσει ποτέ με κιτρινόμαυρα στη Λαμπράκη, και με ασπρόμαυρα στην Παπαναστασίου. Ποιος μπορεί λοιπόν να δώσει το σύνθημα της διαφορετικότητας;
Πριν λίγες μέρες, μία μητέρα περίμενε το παιδί της να γυρίσει σπίτι. Ποτέ δε γύρισε. Γιατί; Επειδή ήταν ένας «από τους άλλους». Πριν λίγες μέρες, ένας πατέρας περίμενε το παιδί του να γυρίσει σπίτι. Ποτέ δε γύρισε. Γιατί; Επειδή το χρώμα του κασκόλ που του είχε δώσει, δεν ήταν αποδεκτό από μερικούς…
Μη στεναχωριέσαι Άλκη, δεν πρόκειται να σε χτυπήσουν άλλο…