Κεφάλαιο πωλήσεις. Πονεμένη ιστορία για τον ΠΑΟΚ. Η ακριβότερη πώληση στην ιστορία του, ήταν ο Αλεξάνταρ Πρίγιοβιτς και από ‘κει και πέρα, το χάος.
Του Τηλέμαχου Περτσινίδη
Κατά καιρούς απ’ τον σύλλογο, πέρασαν διάφοροι παικταράδες, οι οποίοι ωστόσο πουλήθηκαν με λίγα, ομολογουμένως, λεφτά. Στην καθισιά μου, με πιάνω να θυμάμαι 3-4. Τσίμιροτ, Ροντρίγκες, Λούκας, Βιεϊρίνια.
Ναι, ‘ντάξει, δεν ήταν και άσχημα τα χρήματα που μπήκαν στα ταμεία, αλλά σε καμία των περιπτώσεων δεν πλησιάζουν τις πωλήσεις του Ολυμπιακού, κατά καιρούς.
Απίστευτοι παίκτες, οι οποίοι έκαναν αρκετά καλή καριέρα. Ωστόσο ο ΠΑΟΚ, δεν κατάφερε να πουλήσει κανέναν τους, πάνω από 4.000.000 ευρώ.
Προχθές, ΠΑΟΚ και Μπεσίκτας έφθασαν μια ανάσα απ’ την συμφωνία για τον Τσούμπα Άκπομ. Οι πληροφορίες ανέφεραν πως οι Τούρκοι έδιναν ένα ποσό στα 2.5 εκατομμύρια, ενώ ο Δικέφαλος ζήτησε λίγα παραπάνω.
Συμπέρασμα; Για να βρίσκονταν κοντά σε συμφωνία οι δύο σύλλογοι και η Μπεσίκτας να έδινε 2.5, σημαίνει πως και οι απαιτήσεις του ΠΑΟΚ δεν πρέπει να ξεπέρασαν τα 3.000.000 ευρώ.
Πως γίνεται, ένας παίκτης εξελίξιμος, από τις ακαδημίες της Άρσεναλ, έχοντας εξαιρετικά στοιχεία και μεγάλες προοπτικές, να φθάσει μονάχα μέχρι 3.000.000 ευρώ; Η απάντηση είναι απλή.
Δεν γίνεται να πουλήσεις ακριβά, ένα φθηνό προϊόν. Και προς αποφυγήν παρεξηγήσεων. όπου «φθηνό προϊόν», δεν εννοώ τους παίκτες, μα το πρωτάθλημα.
Φαντάζει απίθανο, να πωληθεί ακριβά κάποιος παίκτης, με συμμετοχές μονάχα σε μια Λίγκα όπως η ελληνική και καμία ευρωπαϊκή παρουσία. Πολύ δύσκολα θα γίνει κάτι τέτοιο.
Πως ο ΠΑΟΚ μπορεί να ζητήσει 10.000.000 ευρώ για τον Γιαννούλη, ο οποίος ναι-μεν πραγματοποίησε φοβερή σεζόν, στην Ελλάδα όμως, δε;
Κάθε σύλλογος, μικρομεσαίου πρωταθλήματος, χρειάζεται την Ευρώπη, όχι μονάχα για άμεσα κέρδη (έσοδα για την είσοδο σε ομίλους, τηλεοπτικά, αλλά και για μεταγενέστερα, όπως είναι οι πωλήσεις ποδοσφαιριστών.
Με λίγα λόγια, εάν μια μεγάλη εταιρία βγάλει ένα πολύ καλό προϊόν, θα προτιμηθεί σχεδόν απ’ όλους και ενδεχομένως να πωληθεί σε μεγαλύτερη τιμή, σε αντίθεση με μια μικρομεσαία εταιρία που έβγαζε ένα πανομοιότυπο προϊόν, ίδιας ποιότητας. Για αυτό και οι μικρομεσαίες εταιρίες, ψάχνουν το κάτι παραπάνω, προκειμένου να καταφέρουν να «σπρώξουν» ακριβά και το δικό τους προϊόν, «πλασάροντάς» το καλύτερα.