Η Ειρήνη Μαρούπα ως μέλος της ΕΕΑ κατέθεσε τη γνώμη της ψηφίζοντας αλλά και αιτιολογώντας με έναν τρόπο από τον οποίο έλειπε μόνο… ο δράκος του παραμυθιού.
Ένα κείμενο γεμάτο θεωρίες συνωμοσίας και ανυπόστατες κατηγορίες επιτίθεται στον ΠΑΟΚ για πολυιδιοκτησία με την ομάδα της Ξάνθης, χωρίς ωστόσο κανένα αποδεικτικό στοιχείο αυτής της κατηγορίας, αφού η κ. Μαρούπα εστίασε στην εθνική ασφάλεια που προκύπτει από τη δήθεν συμμετοχή του Ιβάν Σαββίδη στη μετοχική σύνθεση της ακριτικής ομάδας.
Αναλυτικά τα όσα αναφέρει το σκεπτικό για τα όσα ειπώθηκαν από την Ειρήνη Μαρούπα…
“Το εκ των μελών της Επιτροπής τακτικό μέλος Ειρήνη Μαρούπα, σε σχέση με την τέλεση της παράβασης αυτής και από τις δύο ΠΑΕ κατέθεσε και ειδικότερο σκεπτικό σε ενίσχυση της άποψής της ότι έχει διαπραχθεί η παράβαση του άρθρου 69 παρ. 9 Ν.2725/1999 το οποίο έχει αυτολεξεί ως εξής: “Προέκυψε από την ακροαματική διαδικασία και όλα τα στοιχεία του φακέλου που έλαβα υπόψιν μου, (πέραν της εμπεριστατωμένης ανάλυσης των οικονομικών στοιχείων και των στοιχείων των διοικητικών συμβουλίων της εισήγησης Αρκούδη), ότι στις 29/5/2015 δημοσιεύθηκε η λύση της σύμβασης SKODA-BIAMAP, (ανακοίνωση ΒΙΑΜΑΡ στην εφημερίδα το ποντίκι 9/6/2015) και η λύση της μεταξύ τους σχέσης ως τις 30/5/2017 και η συνακόλουθη αποχώρησή της από την χορηγία της ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ (μέσα στο 2016 μας είπε ο κ. Στράτος).
Έτσι ήδη από το 2015 οι Πανόπουλος – Συγγελίδης είχαν λάβει την απόφαση να πωλήσουν την ομάδα. Απόδειξη τούτου, πλην της διαβεβαίωσης Στράτου στην επιτροπή και των αυτονόητων οικονομικών λόγων μετά την αποχώρηση της SKODA, αποτελούν σωρεία συνεντεύξεων του κ. Πανόπουλου (2014-2017), στις οποίες εξέφραζε την προσωπική του επιθυμία να αποχωρήσει από την ομάδα. Για τον κ. Συγγελίδη δεν ετίθετο θέμα καθώς στα 30 περίπου χρόνια που η ΒΙΑΜΑΡ ήταν ιδιοκτήτρια της ΠΑΕ δεν ασχολήθηκε ποτέ με την ομάδα.
Δεν αποτελεί επομένως έκπληξη και επιβεβαιώνει ότι ο κ. Πανόπουλος αναζητούσε έξοδο από το ποδόσφαιρο και τις οικονομικές υποχρεώσεις της ΠΑΕ ΞΑΝΘΗΣ το από 29/6/2015 άρθρο της εφημερίδας Πρώτο Θέμα. Σ’ αυτό γίνεται αναφορά σε τουρκικά δημοσιεύματα ότι ο πρόεδρος της Φενέρμπαχτσε ήθελε να αγοράσει την ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ, μάλιστα δε, έγραφαν ότι ο πρόεδρος της Φενερμπαχτσε είχε ήδη εκφράσει την επιθυμία του στον κ. Πανόπουλο και τον είχε ήδη συναντήσει και συζητήσει σχετικά. Κάτι τέτοιο θα ήταν δυνατό παρότι το καταστατικό της ΠΑΕ ΞΑΝΘΗ απαγορεύει την πώληση σε Τούρκο, μέσω παρενθέτου προσώπου ‘Ελληνα (ενδεχομένως μουσουλμάνου της περιοχής). Το δημοσίευμα αυτό, ουδέποτε καταγγέλθηκε ως ψευδές από τον κ. Πανόπουλο τότε που έγινε ή τώρα και ο κ. Στράτος σε σχετική ερώτησή μου απέφυγε να πει οτιδήποτε συγκεκριμένο, απλώς είπε ότι «δεν θέλουμε να πάει η ομάδα σε τουρκικά χέρια».
Η αποβολή από το πρωτάθλημα θα επιφέρει απογοήτευση στον ελληνικό πληθυσμό της ακριτικής και δυστυχώς αμφισβητούμενης κυριαρχίας από την Τουρκία Θράκης μας. Οι ελληνικές κυβερνήσεις δυστυχώς τα τελευταία χρόνια δείχνουν όλο και μικρότερη επιθυμία να συγκρατήσουν και να αποτρέψουν αυτές τις ανεκδιήγητες και θανάσιμες για το έθνος μας διεκδικήσεις εδαφών μας από την Τουρκία. Επέτρεψαν την τουρκική γλώσσα να διδάσκεται σε μειονοτικά σχολεία παρότι η μειονότητα είναι θρησκευτική και όχι εθνική, το κάθε μουσουλμανάκι επιδοτείται μέσω των ψευτομουφτήδων από το τουρκικό κράτος για να φοιτά σε τέτοια σχολεία, κατάργησαν τον διορισμό μουφτήδων από το ελληνικό κράτος και επέτρεψαν στους πράκτορες της Τουρκίας ψευτομουφτήδες να αναγορευθούν σε δικαστές επιβάλλοντας τον νόμο της Σαρίας. Τέλος ασύδοτη έχει καταστεί η δραστηριότητα του τουρκικού προξενείου της Κομοτηνής σε ολόκληρη την Θράκη που αποτελεί δούρειο ίππο της Τουρκίας προς υπηρέτηση των εθνικών της συμφερόντων ένταξης της Θράκης μας στην σφαίρα επιρροής της αρχικά και τελικά στην κυριαρχία της! Πράγματι ο κ. Πανόπουλος σύμφωνα με τις διασαφήσεις Στράτου, συνέχισε από το 2015 κι εντεύθεν να αναζητά αγοραστή της ΟΜΑΔΑΣ ΚΑΙ ΟΧΙ απλώς του ξενοδοχείου, εις μάτην κατά τα λεγόμενά του ως σήμερα.“
Όλα αυτά, πολλές ημέρες μετά την σκανδαλώδη εισήγηση της Επιτροπής Αυγενάκη, η οποία σήμερα κατέθεσε ένα κακογραμμένο κείμενο κατηγορίας ελλείψει αποδεικτικών στοιχείων αλλά και οποιασδήποτε μορφής σοβαρότητας.